Δρ Νικόλαος Λάος
(Ειδικός Συνεργάτης, Εφημερίδα «Η Ελλάδα αύριο»)

Copyright: Newspaper “Ellada avrio”

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η Ελλάδα αύριο», 8 Νοεμβρίου 2012

Ενώ ο Νέος Κόσμος γιορτάζει την επανεκλογή ενός προέδρου –του Μπαράκ Ομπάμα– που προτάσσει τις αξίες της ανοιχτής κοινωνίας, της κοινωνικής και εθνικής ενότητας, της δικαιοσύνης και της ανάπτυξης, οι κυβερνήσεις των κρατών της Ευρωζώνης, στη Γηραιά Ήπειρο, εξυφαίνουν σχέδια παραπλάνησης και οικονομικής και πολιτικής καταπίεσης των λαών τους και εξευτελισμού των κοινοβουλευτικών θεσμών τους, χάριν γηραιών ελίτ και του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου.

Η κυβερνώσα ελληνική πολιτική τάξη, προσδεδεμένη στην πολιτική της Μέρκελ και της ευρωζωνικής ελίτ, εκπίπτει, από θεματοφύλακας της κλασσικής δημοκρατίας, μιας κορυφαίας πατρογονικής κληρονομιάς μας, σε θεματοφύλακας του Μνημονίου υποτέλειας προς τη Γερμανία και την ευρωζωνική τραπεζοκρατορία. 

Η Ευρωζώνη πάσχει από μια σοβαρή πνευματική κρίση, διότι έχει εγκαταλείψει το ελληνικό πολιτικό ήθος και έχει ασπαστεί βαρβαρικά πολιτικά ήθη. Έχει γίνει ουσιωδώς –δηλαδή πνευματικώς– ανθελληνική. Γι’ αυτό, όταν δεν είναι πνευματικώς στείρα, προβαίνει σε τερατογενέσεις, όπως τα Μνημόνια, οι πολιτικές λιτότητας, οι εθνικιστικές συγκρούσεις (που μετατρέπουν τις φιλίες σε λυκοφιλίες) και η ουσιαστική υποβάθμιση της δημοκρατίας. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα έχει δύο επιλογές: η πρώτη είναι να αφελληνιστεί, πρωτίστως πνευματικά, χάριν της Ευρωζώνης, ενώ η δεύτερη είναι να δημιουργήσει εκείνες τις συμμαχίες μέσα στον ευρωατλαντικό κόσμο που θα οδηγήσουν σε μια Νέα Αναγέννηση του Δυτικού κόσμου βασισμένη και πάλι –όπως συνέβη περίπου πεντακόσια χρόνια πριν– στις κλασσικές ελληνικές αξίες.

Στις 8 Μαΐου 2012, ο διακεκριμένος Βρετανός δημοσιογράφος Τζόναθαν Τζόουνς (Jonathan Jones), έγραψε, στο άρθρο του στην εφημερίδα «The Guardian» ότι «η Ευρώπη χρειάζεται μια νέα Αναγέννηση» και παρατήρησε ότι «η ήπειρος που κάποτε κυριάρχησε σε όλες τις άλλες έχει χάσει τον δρόμο της». Επίσης, στην εφημερίδα «The Guardian», στις 5 Μαρτίου 2009, ο Τζέιμς Γουέστκοτ (James Westcott) είχε γράψει ότι η επελαύνουσα οικονομική κρίση ανάβει το αίτημα για μια νέα Αναγέννηση, προετοιμάζοντας έναν νέο κόσμο. Στο ίδιο πνεύμα, στις 15 Δεκεμβρίου 2010, στον εορτασμό της 65ης επετείου από την ίδρυση της UNESCO, η γενική διευθύντρια της UNESCO, Ιρίνα Μποκόβα (Irina Bokova), κάλεσε επισήμως την ανθρωπότητα, επικαιροποιώντας την Αναγέννηση που συνέβη στην Ευρώπη κατά την περίοδο από τον 14ο ως τον 17ο αιώνα, να δημιουργήσει έναν «νέο ανθρωπισμό». 

Αναγνωρίζοντας τα βαθύτερα αιτήματα των καιρών, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε πει στην ομιλία του κατά την ορκωμοσία του ως προέδρου των ΗΠΑ, στις 20 Ιανουαρίου 2009: «Έχει έρθει ο καιρός να επαναβεβαιώσουμε το διαχρονικό πνεύμα μας...να προωθήσουμε εκείνο το πολύτιμο δώρο, εκείνη την ευγενή ιδέα, που περνά από γενιά σε γεννιά: τη θεόσδοτη υπόσχεση ότι όλοι είναι ίσοι, όλοι είναι ελεύθεροι και όλοι αξίζουν μια ευκαιρία να επιδιώξουν το πλήρες μέτρο της ευτυχίας τους. Αυτό που οι κυνικοί αποτυγχάνουν να κατανοήσουν είναι ότι το έδαφος έχει μετακινηθεί κάτω από τα πόδια τους...η Αμερική είναι φίλη κάθε έθνους και κάθε άνδρα, γυναίκας και παιδιού που ζητεί ένα μέλλον ειρήνης και αξιοπρέπειας...η ασφάλειά μας απορρέει από τη δικαιοσύνη του σκοπού μας, από τη δύναμη του παραδείγματός μας, από τα μετριοπαθή γνωρίσματα της ταπεινοφροσύνης και της συγκράτησης».

Η Ελλάδα ως νέα υπερδύναμη

Η Ελλάδα κρατά τα κλειδιά για την εκπλήρωση του αιτήματος του Δυτικού κόσμου να δημιουργήσει μια νέα Αναγέννηση και έναν νέο ανθρωπισμό. Αυτό καθιστά την Ελλάδα μια εν δυνάμει, ή εν αναμονή, υπερδύναμη και μάλιστα μια υπερδύναμη που θα μπορεί να ελέγχει τον ίδιο τον νου των ανθρώπων, εφόσον θα έχει αυτή επαναπροσδιορίσει την ταυτότητα του Δυτικού κόσμου. Μπορεί άλλες χώρες να έχουν πλεονεκτήματα ποσοτικά και να επεκτείνονται γεωπολιτικά, αλλά η Ελλάδα έχει στρατηγικά ποιοτικά πλεονεκτήματα και μπορεί να επεκταθεί στο πεδίο της νοόσφαιρας, δηλαδή γεωπολιτιστικά, που είναι και η πιο σημαντική αρένα δύναμης σήμερα και θα είναι έτσι και στο μέλλον. 

Διάφορες χώρες του Δυτικού κόσμου μπορεί να προσδιορίζουν το τι έχει ο Δυτικός άνθρωπος. Η Ελλάδα μπορεί να προσδιορίσει το τι είναι ο Δυτικός άνθρωπος. Και αυτός που προσδιορίζει την ταυτότητα και γενικά τον νου των ανθρώπων προσδιορίζει τα πάντα.

Πολιτικός εξελληνισμός: μια μεγάλη πρόκληση
   
Η κλασσική Αθήνα, δηλαδή η Αθήνα της περιόδου από τον 7ο αιώνα π.Χ. μέχρι και τον 5ο αιώνα π.Χ., αποτελεί την πρώτη περίπτωση πολιτείας στην καταγεγραμμένη ιστορία της ανθρωπότητας όπου οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι είναι οι ίδιοι πηγή της πολιτικής τάξης η οποία διέπει τη ζωή τους, δηλαδή του «νόμου» υπό τον οποίο διαβιούν, και συγχρόνως αναλαμβάνουν την ευθύνη να δομούν και να αναδομούν την πολιτική τάξη μέσα στην οποία ζουν, δηλαδή αναλαμβάνουν οι ίδιοι να δίδουν στους εαυτούς τους «νόμο». Εξ ου και η κλασσική Αθήνα αποτελεί τον αιώνιο αρχέτυπο της «αυτόνομης» κοινωνίας.
   
Ο όρος αυτονομία αποτελείται από τους όρους «αυτός», δηλαδή «εγώ ο ίδιος», και «νόμος». Μια κοινωνία είναι αυτόνομη όταν δίδει η ίδια στον εαυτό της νόμο και έχει πλήρη επίγνωση αυτού του γεγονότος. Αντίθετα, η τάξη, ο «νόμος», μιας ετερόνομης κοινωνίας απορρέει από μια πηγή που είναι υπεράνω κριτικής και αλλαγής, όπως λ.χ. μια θεωρητική αυθεντία (π.χ. ένας «μάγος» στις αρχαϊκές κοινωνίες), μια μεγάλη αφαιρετική κατασκευή που προβάλλεται ως ανυπέρβλητη φυσική αναγκαιότητα (π.χ. οι θεωρίες των φυσιοκρατών στην πολιτική οικονομία), μια νομοθεσία που προβάλλεται ως θεϊκό δεδομένο (θεοκρατία), οι επιταγές ενός απόλυτου μονάρχη, κ.ο.κ. Ωστόσο, πέρα από τη διαφορά μεταξύ αυτονομίας και ετερονομίας, πρέπει να προσέξουμε και τη διαφορά μεταξύ αυτονομίας και ανομίας. Αυτονομία σημαίνει ελευθερία υπό την έννοια ότι η ίδια η κοινωνία δίδει στον εαυτό της νόμο, αλλά προσοχή: δίδει νόμο, δηλαδή η αυτονομία δεν σημαίνει αυθαίρετη βούληση, δεν σημαίνει κάνω απλώς ό,τι θέλω. Γι’ αυτό, η αυτονομία (σε αντιδιαστολή προς τον μηδενισμό και την ανομία) προϋποθέτει υψηλή ηθική και διανοητική καλλιέργεια. Αυτονομία είναι τρόπος δημιουργίας του νόμου και όχι οδός αυθαίρετης βουλησιοκρατίας, ούτε τρόπος δικαιολόγησης αυθαίρετων ιδεαλιστικών δράσεων. Η αυτονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δικαιοσύνη και τη λογικότητα.
   
Ο Αριστοτέλης, στα συγγράμματά του «Ηθικά Νικομάχεια» (V6, 1334a 28-30) και «Πολιτικά» (A7, 1255b 15-20, Γ6, 1279a 8-11), τονίζει ότι το πολιτικό δίκαιο θεμελιώνεται σε μια οικονομικώς βιώσιμη κοινωνία ελεύθερων και ίσων πολιτών. Στο πλαίσιο της αριστοτελικής πολιτικής σκέψης, σκοπός του νομοθέτη είναι η θέσπιση ορθών νόμων. Γι’ αυτό, στα «Πολιτικά» (Δ4, 1291a 22-26), ο Αριστοτέλης γράφει ότι έργο της πολιτικής σύνεσης είναι το «βουλευόμενον», δηλαδή αυτό που προέρχεται από περίσκεψη και παράθεση ισχυρών επιχειρημάτων. Κατ’ επέκταση, στα συγγράμματά του «Πολιτικά» (Γ15, 1286a 8-16, 1287a 22) και «Ηθικά Νικομάχεια» (Ι13, 1102a 7-10), ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται ότι είναι προτιμότερο να άρχουν οι νόμοι και όχι οι άρχοντες, δηλαδή είναι προτιμότερο να τίθενται οι νόμοι σε πρώτη προτεραιότητα, ενώ οι κυβερνήτες πρέπει να λειτουργούν ως νομοφύλακες, υπηρέτες και υπήκοοι των νόμων. Ειδικότερα, στα «Ηθικά Νικομάχεια» (V6, 1234a 33-b3), εξηγεί ότι, αν, αντί των νόμων, οι κυβερνώντες τεθούν σε πρώτη μοίρα, τότε υφίσταται μεγάλος κίνδυνος το πολίτευμα να καταστεί τυραννικό, διότι τότε οι κυβερνώντες θα θέλουν να πλεονεκτούν παρά τον νόμο, δηλαδή να απονέμουν στους εαυτούς τους περισσότερα αγαθά ή λιγότερα κακά σε σχέση προς εκείνα που ορίζουν οι νόμοι. Ο δε Πλάτων, στο «Συμπόσιον» (196c-d), είχε φθάσει στο σημείο να ισχυριστεί ότι οι νόμοι πρέπει να ονομάζονται «βασιλείς των πόλεων».
   
Τόσο για τον Αριστοτέλη όσο και για τον Πλάτωνα, ο νόμος έχει λογικότητα. Γι’ αυτό, από τον Αριστοτέλη ορίζεται ως «λόγος από τινος φρονήσεως και νου» («Ηθικά Νικομάχεια», X9, 1180a21-23, «Πολιτικά», Γ16, 1287a 32-34), και από τον Πλάτωνα ως νους: «την του νου διανομήν επονομάζοντες νόμον» («Νόμοι», Δ 714a 2). Κατά συνέπεια, απορρίπτεται ο αυταρχισμός ως παραλογισμός.
   
Την κλασσική ελληνική πολιτική σκέψη –ειδικότερα δε την Αριστοτελική πολιτική σκέψη– διαπερνά η θέση ότι η δικαιοσύνη στηρίζεται στο νόμιμο και στο ίσο, ενώ η αδικία στο παράνομο και στο άνισο. Στα «Πολιτικά» (Η8, 1328a 35-38), ο Αριστοτέλης γράφει ότι, η αρχαία πόλη (αυτό που σήμερα καταννοούμε με τον όρο «κράτος») είναι κοινωνία ελεύθερων και ίσων ανθρώπων, χάριν μιας κατά το δυνατόν άριστης ζωής, στην οποία δεσπόζει η έννοια της «ευδαιμονίας», η οποία είναι ενέργεια και τέλεια χρήση της αρετής. Όπως παρατηρεί ο Πλάτων, στο σύγγραμμά του «Πολιτεία» (Η544a, 545a), ο «άριστος» είναι «ευδαιμονέστατος και δικαιότατος», ενώ ο «κάκιστος» είναι «αθλιώτατος και αδικώτατος». Συνεπώς, προϋπόθεση για να πολιτεύεται μια πόλη «κάλλιστα» είναι οι πολίτες της να είναι ενάρετοι και κατ’ ακολουθία δίκαιοι.

Αριστοτέλης, όχι τραπεζοκρατορία
  
Στον αριστοτελικό ορισμό της πόλης, τονίζεται ότι, μέσα στην πόλη, αποτρέπεται η φτώχεια, κι έτσι επιτυγχάνεται ο πρώτος και βασικός σκοπός του πολιτικού βίου, που είναι η εξασφάλιση του «ζην». Εφόσον εξασφαλισθεί το «ζην», τότε αποβαίνει και γίνεται η πόλη ο τόπος όπου επιδιώκεται και κατορθώνεται το «ευ ζην». Συνεπώς, όπως εξηγεί στα «Ηθικά Νικομάχεια» ο Αριστοτέλης, η πολιτεία υπάρχει για να υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι αντιστρόφως: κατά τον Αριστοτέλη, η άρθρωση της πολιτείας αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει το «ζην» και το «ευ ζην» του ατόμου.
   
Στο βιβλίο του «Πολιτικά», ο Αριστοτέλης αναπτύσσει την οικονομική θεωρία του. Εκεί, επισημαίνει ότι, με την εμφάνιση του νομίσματος ως μέσου συναλλαγής, αναπτύσσεται ένα νέο είδος χρηματιστικής, το «καπηλικόν», το οποίο αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση του κέρδους μέσω χρηματοοικονομικών συναλλαγών («Πολιτικά», Α9, 1257b 1-5). Το έργο αυτού του είδους της χρηματιστικής επεκτείνεται στο άπειρο, διότι η συσσώρευση κεφαλαίου αποβαίνει αυτοσκοπός, και δεν αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση πραγματικών αναγκών. Αυτή τη χρηματιστική ο Αριστοτέλης θεωρεί «παρά φύσιν» και καταδικάζει τον πλούτο που προέρχεται από αυτήν. Γι’ αυτό, κατά τον Αριστοτέλη, ο τόκος είναι από τα είδη χρηματισμών ο «μάλιστα παρά φύσιν» («Πολιτικά», Α10, 1258b 8). Υπό το πρίσμα της κλασσικής ελληνικής πολιτικής σκέψης, η σημερινή Ευρωζώνη είναι ό,τι πιο παρά φύσιν υπάρχει. Η κορυφαία ανωμαλία.
   
Οι αρνητικές κρίσεις του Αριστοτέλη για την υπέρμετρη συγκέντρωση πλούτου απορρέουν αφενός από τη σημασία που απέδιδε η αρχαία ελληνική ηθική στα θέματα χρήσης και όχι συσσώρευσης του πλούτου και αφετέρου στην αναγνώριση εκ μέρους του ότι η συσσώρευση πλούτου σε λίγα άτομα ωθεί σε άδικη διανομή του πλούτου και σε κοινωνικές εξεγέρσεις. Γι’ αυτό, άλλωστε, η σύγχρονη βρετανική νεομαρξιστική σκέψη, που εκπροσωπείται από καθηγητές όπως ο Άλασντερ Μακιντάιρ (Alasdair C. MacIntyre) και ο Κέλβιν Νάιτ (Kelvin Knight), διευθυντής του Κέντρου Σύγχρονων Αριστοτελικών Μελετών Ηθικής και Πολιτικής στο Metropolitan University of London, επιδιώκουν να ερμηνεύσουν τον Μαρξισμό ως «επαναστατικό Αριστοτελισμό», δείχνοντας ότι ακόμη και η επικαιροποίηση του Μαρξισμού περνά μέσα από την κλασσική ελληνική πολιτική σκέψη.

We use cookies

We use cookies on our website. Some of them are essential for the operation of the site, while others help us to improve this site and the user experience (tracking cookies). You can decide for yourself whether you want to allow cookies or not. Please note that if you reject them, you may not be able to use all the functionalities of the site.