Το ζωτικό και πια εκρηκτικό ζήτημα της εσωτερικής ασφάλειας στη χώρα μας απομένει και πάλι, δυστυχώς, στα μερικώς αζήτητα καθώς οι συντριπτικές πιέσεις της οικονομικής κρίσης παραλύουν τους νυν ενσκήψαντες και επιτείνουν τις αιώνιες φοβίες των πολιτικών για κομματική επιβίωση.
Το αντικείμενο δεν προσφέρεται ως πεδίο των συνηθισμένων ασυναρτησιών που με αφοπλιστική ευκολία εκτοξεύουν οι διάφοροι "ειδικοί" με μούσι ή χωρίς, τα κομματικά στελέχη, και διάφοροι "καθ' ύλην αρμόδιοι" στα τηλεοπτικά παράθυρα και στα περίφημα "φόρα". Οι ατελείωτοι "διάλογοι" για τέτοια "καυτά θέματα" δεν επιτυγχάνουν τίποτε περισσότερο από το να επιβεβαιώνουν ότι η εσωτερική ασφάλεια στην χώρα μας αντιμετωπίζεται με την ίδια παραλυτική διάθεση που αντιμετωπίζονται όλα γενικώς τα θέματα που απαιτούν "σκληρά" (δηλαδή αποτελεσματικά) μέτρα.
Δεκαετίες ολόκληρες άστοχης και διαλυτικής κομματικής γυμναστικής, ανάπτυξης της "δημοκρατικής ευαισθησίας" με έντονη την ροπή προς την πλήρη αναρχία και την κατάρρευση των "θεσμών", και ισχυρότατων πιέσεων της "προοδευτικής" μειοψηφίας για γενικευμένη κατάργηση της "καταπίεσης" και της "κρατικής καταστολής" -- τις οποίες οι διάφορες κυβερνήσεις παίρνουν στα σοβαρά παρ' όλη την τυπική ανυπαρξία των "προοδευτικών" αυτών σε επίπεδο "δημοκρατικού" ποσοστού -- έχουν συνθέσει ένα ανυπέρβλητο αδιέξοδο που φράζει τον δρόμο μιας έστω και τυπικής απόπειρας για την δημιουργία πραγματικής, αποτελεσματικής στρατηγικής για εσωτερική ασφάλεια προσαρμοσμένη στους δύσκολους και επικίνδυνους καιρούς του παρόντος.
Αλλά και αν ακόμα υπήρχε κάποιος δια μαγείας τρόπος να πείσουμε κυβέρνηση και "δημοκρατικές δυνάμεις" να αντιμετωπίσουν το θέμα με την πρέπουσα σοβαρότητα, οι πιθανότητες να προσκρούσουμε στις γνωστές "πρακτικές" του ελληνικού εσωτερικού συστήματος θα αποτελούσαν ένα εμπόδιο εξ ίσου ισχυρό με την άρνηση καθ' εαυτήν όλων των "εταίρων" να συσκεφθούν σοβαρά για την εσωτερική μας ασφάλεια.
Η προηγούμενη κυβέρνηση, λόγου χάριν, είχε ανακοινώσει ότι υπήρχαν σκέψεις για την δημιουργία ενός "Εθνικού Συμβουλίου Εσωτερικής Ασφάλειας" με σκοπό την καλύτερη και αποτελεσματικότερη προσέγγιση του θέματος. Συγχρόνως, όμως, οι κυβερνητικοί "παράγοντες" έσπευσαν να προσθέσουν και τους χαρακτηριστικούς εκείνους, καθαρά "ελληνικούς", όρους που, εξ υποθέσεως, καταργούν την όποια πιθανή θετική επίδραση παρόμοιων οργάνων στην κατάστρωση της στρατηγικής.
Το συμβούλιο, μάθαμε, παραδείγματος χάριν, ότι θα είχε "καθαρά συμβουλευτικό χαρακτήρα" -- δηλαδή θα ήταν εξ αρχής μια σύναξη των συνηθισμένων φλύαρων "μελών" που συνθέτουν τις χιλιάδες γνωστές "επιτροπές" οι οποίες είναι διάσπαρτες ανά το ελληνικό πολιτικό σύστημα, το οποίο επιβαρύνουν και αγκυλώνουν απελπιστικά. Η προτεινόμενη σύνθεση του συμβουλίου ήταν εξ ίσου απολύτως ενδεικτική της εξ υποθέσεως αναποτελεσματικότητας του: εν ενεργεία πολιτικοί, άλλοι που έχουν χρηματίσει υπουργοί Δημόσιας Τάξης, πρώην αρχηγοί της ΕΛ.ΑΣ., διάφοροι κομματικοί, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, όπως και καθηγητές πανεπιστημίου (εγκληματολόγοι, κοινωνιολόγοι, καθηγητές Ποινικού Δικαίου) και, πιθανώς, και ο διοικητής της ΕΥΠ.
Με άλλα λόγια, το "εθνικό" αυτό "συμβούλιο" θα χρειαζόταν μια αίθουσα μεγέθους multiplex μόνο για να "συνέλθει" -- και αφού βεβαίως έφτανε στην "συγκρότηση του σε σώμα" θα άρχιζαν τα γνωστά: ατελεύτητες αερολογίες στις οποίες θα ανταγωνίζονταν εξ ίσου όλα τα μέλη, με ειδική και επίμονη συνεισφορά των συνταξιούχων της "μάζωξης", "παρεμβάσεις" από τους "καθηγητές" με "στοχεύσεις" που πιθανώς κανείς εκ των μη "ακαδημαϊκών" θα μπορούσε να ερμηνεύσει ή να καταλάβει ακόμη και σε γλωσσικό καθαρά επίπεδο, ατελείωτες συγκρούσεις "αρχής" επί απειροελάχιστων λεπτομερειών χωρίς καμιά απολύτως πρακτική αξία, και, φυσικά, αδυναμία κατάληξης σε κοινά συμπεράσματα, έστω και για μια "συμβουλευτική" συμμετοχή στην κατάστρωση των αναγκαίων μέτρων.
Είναι, δυστυχώς, πρακτικά αδύνατο να επιβάλουμε σε ένα σύστημα που είναι πλέον απολιθωμένο σε "πρακτικές", όπως αυτές που μόλις περιγράψαμε, να αποκτήσει την απαιτούμενη σοβαρότητα και να ενεργήσει "άμεσα" (δηλαδή, αμέσως) προς την ορθή κατεύθυνση. Πλην όμως, οι αυξανόμενες απειλές δεν περιμένουν επ' ουδενί λόγω πότε οι νυν ενσκήψαντες ή οι όποιοι βρίσκονται "στα πράγματα" θα αποφασίσουν να κινηθούν. Οι απειλές διαθέτουν μια καθαρά γραμμική δυναμική εξαιρετικής ισχύος, η οποία είναι αδύνατο να ανακοπεί με τις άχρηστες μικροπολιτικές συνταγές ενός δυσκίνητου, έμφοβου, και εν πολλοίς χρεοκοπημένου πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Δυστυχώς, όμως, η πίεση για αποτελεσματικές ενέργειες (και όχι 'δράσεις' όπως έχει πια επιβληθεί να λέγεται από τα 'ΜΜΕ' αλλά και από τους απερίγραπτους 'εγγράμματους') δεν μειώνεται με ευχολόγια, "συμβούλια", και "διαλόγους", ούτε ελέγχεται με αναπομπές στην "κοινή ευρωπαϊκή δράση" και στην επίκληση "διεθνών συμφωνιών".
Υπάρχουν συγκεκριμένες απόψεις για το πώς θα έπρεπε να προχωρήσουμε σε στρατηγικό επίπεδο, όπως και για το πώς θα έπρεπε να συγκροτηθούν οι δυνάμεις εκείνες που επιφορτίζονται με το δυσβάστακτο καθήκον της προστασίας όλων μας από τις απειλές. Αλλά επ' αυτού πρέπει να επανέλθουμε.